Παρασκευή 22 Δεκεμβρίου 2017

Για το Μεταμοντέρνο

Μολονότι ο όρος «μεταμοντέρνο» έχει κεντρική θέση στις συζητήσεις περί πολιτισμού των τελευταίων δεκαετιών, δεν μπορούμε να πούμε ότι χρησιμοποιείται με την απαιτούμενη ακρίβεια. Μερικοί εξομοιώνουν το μεταμοντέρνο με τον ακραίο μηδενισμό, τον ανήθικο σχετικισμό ή τηναναρχία· άλλοι το συνδέουν με έναν πολιτισμό κυριαρχούμενο από την κοινοτοπία των τηλεοπτικών αναπαραστάσεων και τις νέον επιγραφές στο στυλ του Λας Βέγκας, των οποίων η απανταχού παρουσία υπογραμμίζει την εκτεταμένη «μακντοναλντοποίηση» ενός κατά τα άλλα ανορεξικού κόσμου· άλλοι, ωστόσο, το περιορίζουν στην περιοχή της θεωρίας, συναρτώντας το με την έκρηξη της μεταστρουκτουραλιστικής θεωρίας, η οποία αναδύθηκε στις δεκαετίες του '60 και του '70, μέσα από τα έργα του Ντεριντά, του Λιοτάρ, του Λακάν, του Φουκό, της Κρίστεβα, του Μποντριγιάρ, του Ντελέζ, του Σαΐντ και του Πολ ντε Μαν, μεταξύ άλλων.




Πυρήνας της «μεταμοντέρνας κατάστασης» είναι η διαπίστωση ότι οι «μεγάλες αφηγήσεις» της δυτικής ιστορίας και ειδικότερα του διαφωτιστικού μοντερνισμού, κατέρρευσαν. Ο αντι-Διαφωτισμός είναι φυσικά τόσο παλιός όσο και ο ίδιος ο Διαφωτισμός· όμως, ενώ στο παρελθόν (στη ρομαντική σκέψη του Σίλερ και του Μπλέικ για παράδειγμα), η κριτική του λόγου συνοδευόταν από μιαν εναλλακτική θεμελιοκρατία (της Φαντασίας), ο μεταμοντερνισμός τείνει να υποστηρίξει την εγκατάλειψη όλων των μετα-αφηγήσεων που θα μπορούσαν να νομιμοποιήσουν τη θεμελίωση κάποιας αλήθειας. Έχοντας βιώσει μέχρις εσχάτων τις τρομακτικές και απάνθρωπες «αλήθειες» που παρήγαγε στην εποχή μας ο ορθός λόγος, ανακαλύψαμε πως ούτε τις χρειαζόμαστε πια, ούτε τις επιθυμούμε. Η κατάρρευση των «μεγάλων αφηγήσεων» του Διαφωτισμού διακηρύχθηκε μεγαλόφωνα από τον Λιοτάρ στη Μεταμοντέρνα Κατάσταση, ανιχνεύεται όμως ήδη στη σκέψη του Νίτσε, του Χάιντεγκερ, του Βιτγκενστάιν. Το πολιτιστικό περιβάλλον που κυοφόρησε το βιβλίο του Λιοτάρ χαρακτηριζόταν από την παρακμή του στρουκτουραλισμού και την ανάπτυξη μιας μεταστρουκτουραλιστικής κριτικής όσων γνωσιακών συστημάτων θεωρούσαν δεδομένη μια σταθερή σχέση «βάθους-επιφάνειας», η οποία επέτρεπε στον κρυμμένο «πυρήνα» της αλήθειας να αποκαλυφθεί αρχαιολογικά, μέσω των κατάλληλων εργαλείων ανασκαφής. Στο έργο του Ντεριντά, του Λακάν και του όψιμου Μπαρτ π.χ. το νόημα είναι ακαθόριστο, πάντοτε διαφεύγον, αφήνοντας μονάχα «ίχνη» στον λαβύρινθο της γλώσσας, ενώ όλα τα κείμενα είναι δεμένα σε μιαν ατέρμονη διακειμενικότητα, έτσι που δεν υφίσταται χώρος εκτός κειμένου, ούτε ρίζα ή πηγή νοήματος.
Η θεωρία αυτή επέκρινε δραστικά την παραδοσιακή φιλοσοφία και ιδιαίτερα την έννοια της «θεμελιοκρατίας»: την ιδέα ότι η γνώση είναι αντανάκλαση της αλήθειας και ότι μπορούμε να ανακαλύψουμε τα σταθερά της θεμέλια στον Θεό, την Ιστορία ή τον Λόγο. Η ιστορία (αλλά και κάθε αφήγηση) μετατρέπεται σε μια πολλαπλότητα «νησίδων λόγου», μια σειρά μεταφορών, που δεν μπορούν να αποσπασθούν από τη θεσμοθετημένη γλώσσα μέσα στην οποία εκφέρονται. Μ' άλλα λόγια, η ιστορία είναι ένα πλέγμα ανταγωνιστικών λεκτικών παιγνίων, όπου κριτήριο επιτυχίας είναι η «παράσταση» (η ρητορική) και όχι η αλήθεια. Κατά συνέπεια, η «αλήθεια» δεν μπορεί να διακριθεί από τη «μυθοπλασία» (Χέιντεν Γουάιτ)· η αισθητική ορίζει τα πάντα. 
Οι ολιστικές θεωρίες (χεγκελιανή, μαρξιστική κ.λπ.) εξομοιώνονται με τον ολοκληρωτισμό και την τρομοκρατία: πρέπει να καταγγείλουμε τη νοσταλγία μας γι' αυτές και να εγκολπωθούμε την αισθητική απόλαυση των γλωσσικών παιγνίων, 
αντί της ιμπεριαλιστικής απόλαυσης μιας θεωρίας που διεκδικεί οικουμενική ισχύ.

Και τα ζητήματα ηθικής, τα ζητήματα δικαιοσύνης; θα ρωτούσαν οι κριτικοί του μεταμοντερνισμού (Χάμπερμας, Ίγκλετον, Τζέιμσον). Πώς τα αντιμετωπίζεις σ' ένα κόσμο πολλαπλών, αντιφατικών αφηγήσεων; Η απάντηση του Λιοτάρ είναι «δεν τα αντιμεπίζεις». Τα αφήνεις να υπάρχουν. Αφήνεις τα ερωτήματα ανοιχτά και συνεχίζεις να τα σκέφτεσαι. Στο τελικό συμπέρασμα κάθε διαμάχης ενυπάρχει το λάθος· η αδικία είναι η επιβολή πάνω σ' ένα συμβάν ­ έστω και τόσο φρικτό όσο το Άουσβιτς ­ ενός και μόνου νοήματος. Όμως το νόημα, όποιο κι αν είναι το νόημα που εν τέλει κυριαρχεί, υπονομεύει τελικά το ίδιο το συμβάν. Το Άουσβιτς χάνει τον αποτρόπαιο χαρακτήρα του· γιατί στη ρίζα του αποτρόπαιου βρίσκεται το ακατονόμαστο. Υπάρχουν πράγματα που δεν μπορούμε να ονομάσουμε· μπορούμε να τα τιμήσουμε μόνο μέσω της άρνησης να τα αναπαραστήσουμε ­ μόνο μέσω της σιωπής. 

Ο Χάμπερμας (και ο Ρόρτι), επιμένοντας στις βασικές αρχές του Διαφωτισμού, υποστηρίζει ότι δεν είναι μόνο επιθυμητό αλλά και επιβεβλημένο να οργανώσουμε την κοινωνία με πιο ορθολογικούς όρους, μέσω ενός ευρέως αποδεκτού «consensus»· ο Λιοτάρ, από την πλευρά του, συνδέει ανάλογες «συναινέσεις» με το τέλος της σκέψης, τις καταγγέλει ως άκρως φορμαλιστικές και (μάλλον όπως και ο Αντόρνο) θεωρεί ότι καλύπτουν την αδικία κάτω από ένα επίχρισμα δικαιοσύνης. Μόνο αν τεντώσουμε ως τα άκρα τα γλωσσικά παιχνίδια και σεβαστούμε την ετερογένειά τους, θα διασώσουμε τη δυνατότητα της σκέψης. Με δυο λόγια μόνο διά της άρνησης της συναίνεσης και διά της αναζήτησης της «διαφοράς» μπορούμε να συνεχίσουμε να σκεφτόμαστε.
Και για να συνοψίσουμε: 
ο μεταμοντερνισμός είναι το σημείο τομής ποικίλων προβληματισμών, προερχόμενων από διαφορετικούς στοχαστές και διαφορετικούς χώρους. Οι προβληματισμοί αυτοί περιστρέφονται γύρω από τη σχέση της τέχνης και της θεωρίας με την πολιτική δράση και την κυρίαρχη κοινωνική τάξη, γύρω από τη σχέση της κατάρρευσης των παραδοσιακών φιλοσοφικών θεμελίων με τη δυνατότητα μιας κριτικής απόστασης και ταυτόχρονα μιας αποτελεσματικής κριτικής του status quo, γύρω από τη σχέση, τέλος, μιας εικονοκρατούμενης καταναλωτικής κοινωνίας με την καλλιτεχνική πράξη. 
Η εικόνα της εικόνας
Όλοι οι θεωρητικοί δεν διακρίνουν την απελευθερωτική διάσταση την οποία αποδίδει στον μεταμοντερνισμό ένας Λιοτάρ. Ο Τζέιμσον π.χ. επισημαίνει πωςό,τι χαρακτηρίζει την εποχή μας είναι η απώλεια του βάθους: δεν υπάρχει τίποτε να αποκαλύψουμε, μόνο επιφάνειες να εποικήσουμε. Συνέπεια της συνθήκης αυτής είναι η αποδυνάμωση της αίσθησης της ιστορικότητας, η εξαφάνιση του ατομικού υποκειμένου, άρα και η εξαφάνιση της αυθεντικής καλλιτεχνικής έκφρασης, ο «μαρασμός του θυμικού». Το σκοτεινότερο, ωστόσο, μεταμοντέρνο σενάριο ανήκει στον Μποντριγιάρ. Η τεχνολογία μάλλον παρά ο καπιταλισμός (ή ο ύστερος καπιταλισμός του Τζέιμσον) γίνεται το επίκεντρο της κριτικής του Γάλλου φιλοσόφου. Για τον Μποντριγιάρ η κυριαρχία των σημείων, των εικόνων και των αναπαραστάσεων είναι τέτοια ώστε το πραγματικό έχει αφανιστεί, η αλήθεια και η αντικειμενικότητα έχουν πάψει να «υπάρχουν». Ομοιώματα αντικαθιστούν το πραγματικό και ορίζουν το πραγματικό: η Ντίσνεϊλαντ γίνεται η Αμερική, ο πόλεμος στον Κόλπο ένα επεισόδιο από τον Πόλεμο των Άστρων, η «υπερπραγματικότητα» η καθημερινή πραγματικότητα. Ενώ στο παρελθόν η διάκριση ανάμεσα στην πραγματικότητα και τις κοινωνικά παραγόμενες εικόνες της ήταν εφικτή, στον σύγχρονο κόσμο μας κυριαρχεί το αυτάρκες «simulacrum», η προσομοίωση, η εικόνα της εικόνας. Όλα τα πράγματα, τα σημεία, οι δράστες έχουν απελευθερωθεί από την ιδέα τους, την έννοιά τους, την ουσία τους, την αξία τους, την αναφορά τους, την προέλευση και τον σκοπό τους κι όμως συνεχίζουν να λειτουργούν μέσα σε πλήρη αδιαφορία για το ίδιο τους το περιεχόμενο.

ΠΗΓΗ:εφημ. ΤΑ ΝΕΑ, 24-12-1999 
--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Mona Hatoum, Στο Τραπέζι των Διαπραγματεύσεων, Performance, 1983 (βίντεο 180΄) και 2011

--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

Τρίτη 19 Δεκεμβρίου 2017

Διάλεξη Πέμπτη 21 Δεκεμβρίου:Το Μετα - Μεταμοντέρνο σήμερα

Ο πρώτος κύκλος
των δια-δραστικών διαλέξεων
κάθε Πέμπτη
ολοκληρώνεται
αυτή την Πέμπτη
-------------------------------------------------------------------------------------------------
 Πέμπτη 21 Δεκεμβρίου 2017
6.30-8.30 μ.μ.


Το Μετά Μοντέρνο, η Αποδόμηση και η Παγκοσμιοποίηση. Μετά το Μεταμοντέρνο, τι; Η Τέχνη στη σημερινή πραγματικότητα.


Tony Cragg

Βλάσης Κανιάρης

Γιώργος Λάππας

Jef Koons
Damien Hirst

Ο Μεταμοντερνισμός χαρακτηρίζεται από μία διάχυτη αμφισβήτηση για τη δύναμη των αξιών που κυριάρχησαν στο δυτικό κόσμο, ακόμα και για την εμπιστοσύνη ότι η τεχνολογία θα επέφερε θετική αλλαγή 
στη ζωή και στον άνθρωπο.
Ως αποτέλεσμα η αλήθεια, η ηθική, η λογική, η πρόοδος, η γραμμική αντίληψη της ιστορίας, 
η επιστήμη, η γνώση, η αντικειμενικότητα 
αλλά ακόμα και 
η ατομική ελευθερία, 
η ισότητα και
 η ενότητα 
εξετάστηκαν με δυσπιστία, 
ως μεγάλες ιδέες, 
που στα χέρια της εξουσίας
έγιναν εργαλεία καταπίεσης των μειονοτήτων. 
Ο Μεταμοντερνισμός, αρνείται 
τις «μεγάλες αφηγήσεις» 
και ευνοεί 
τις «μικρές αφηγήσεις»,  
τις ιστορίες που εξηγούν μικρές πρακτικές, 
τοπικά γεγονότα και όχι 
τις ιδέες παγκόσμιας κλίμακας. 
Η μεταμοντέρνα πολιτική έχει το μότο 
«σκέψου διεθνώς, πράξε τοπικά».
Ο μοντέρνος άνθρωπος λέει 
«είμαστε όλοι ίσοι» 
ενώ ο μεταμοντέρνος άνθρωπος, 
που σέβεται και αποδέχεται το διαφορετικό λέει 
« παρ όλο που είμαστε διαφορετικοί 
αξίζουμε όμοια σεβασμό». 
Στην Τέχνη η καινοτομία έπαψε να είναι το ζητούμενο ή το αποκλειστικό κριτήριο 
 με τη διαπίστωση ότι 
«τα πάντα έχουν ήδη γίνει…
τίποτα νέο δεν μπορεί να συμβεί»[i]  (Baudrillard).
 Τι είναι «Μεταμοντέρνα Τέχνη»;
Αν θα έπρεπε  να δώσουμε έναν ορισμό 
Mετα-Mοντέρνο είναι ένα στιλ 
που εμφανίζεται μετά το 1980  
που αρνείται τις παραδοσιακές αξίες της τέχνης και προτείνει μία ευρύτερη, 
πιο θεαματική αντίληψη της Tέχνης,  
αξιοποιώντας νέες εικαστικές μορφές που εμπλουτίζονται με βίντεο και 
ψηφιακή τεχνολογία. 
Συμπίπτει με την ανάπτυξη της ψηφιακής τεχνολογίας και διερευνά εικαστικές μορφές από την Εννοιακή Τέχνη
την Performance
τα Installations καθώς και 
μορφές που στηρίζονται στα κομπιούτερς. 
Με τις μορφές τέχνης που εισήγαγαν οι μεταμοντέρνοι καλλιτέχνες διεύρυναν το πλαίσιο της τέχνης 
σε σημείο που να χωράει ο,τιδήποτε.



[i] Jean Baudrillard Simulations (Simulacres et simulation, Galilee, Paris 1981), μεταφρ. P.Foss και P.Patton, New York, Semiotext, 1983, σελ.64

ΔΕΙΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΤΟ ΨΗΦΙΑΚΟ ΒΙΒΛΙΟ 

Τέχνες και Αρχιτεκτονική
από την Αναγέννηση έως τον 21ο αιώνα.
Πατείστε στο σύνδεσμο:
--------------------------------------

 Δέκα Δια-δραστικές διαλέξεις

H Τέχνη 
διερευνά την πραγματικότητα 
Από τον Ιμπρεσιονισμό έως 
το
 Mετά-Μεταμοντέρνο σήμερα
Εισηγείται  η ΄Ολγα Ζιρώ*
Συμμετέχει η Τζίνη Γεννηματά*

----------------------------------------------------------------------------

Για να δείτε όλο το πρόγραμμα
 πατείστε 
εδώ
--------------------------------------------------------
Δείτε το εισαγωγικό βίντεο 


Διαλέξεις στο Αγγέλων Βήμα: 
Γιατί μας αφορά άμεσα η Τέχνη;
 
Γιατί μέσα απο την Τέχνη μπορούμε να αποκωδικοποιούμε
 
τα κρυφά και τα φανερά μηνύματα των εικόνων
 που συναντάμε στην καθημερινή μας ζωή, από τα ΜΜΕ ως τις πολιτικές αφίσες.

Κυριακή 17 Δεκεμβρίου 2017

Β΄ανάθεση, όλες οι ειδικότητες ΠΕ

Ανοιχτή επιστολή 
για τη Β΄ανάθεση του μαθήματος των Εικαστικών
         «Σας γνωστοποιούμε ότι στο 1ο Γυμνάσιο Μενεμένης στη Θεσσαλονίκη στο οποίο εφαρμόζεται το πιλοτικό  πρόγραμμα «Επιστημονικό Πεδίο Τέχνες-Πολιτισμός», έχουν αναθέσει έξι ώρες στο μάθημα Τέχνες και Πολιτισμός (από δύο ώρες) σε καθηγήτρια Γερμανικών, σε Βιολόγο και σε Πολιτικό Μηχανικό. Η ανάθεση αυτή βασίστηκε σε «υπουργική απόφαση» η οποία παράτυπα αναρτήθηκε από το ΥΠΕΠΘ στο διαδίκτυο ενώ δεν είχε δημοσιευθεί στην εφημερίδα της Κυβέρνησης».
Απόσπασμα από επιστολή-καταγγελία της Ένωσης Καθηγητών Εικαστικών Μαθημάτων, 6-12-2011/1011

Αγαπητοί συνάδελφοι εκπαιδευτικοί, συνεργάτες της ομάδας Εμπειρογνωμόνων του «Επιστημονικού πεδίου Τέχνες και Πολιτισμός»,  φίλοι και συνάδελφοι της επιμόρφωσης για τα νέα Προγράμματα Σπουδών και το Νέο Σχολείο.
Υπηρετούμε όλοι στην Εκπαίδευση και την υπηρετούμε με τον καλύτερο τρόπο ο καθένας μας. Επιδιώκουμε να είμαστε καθημερινά καλύτεροι εκπαιδευτικοί, βελτιωνόμαστε καθημερινά ως παιδαγωγοί, πιστεύουμε ότι το Σχολείο  χρειάζεται να εκσυγχρονιστεί και προσπαθούμε  να ανταποκριθούμε στις απαιτήσεις των νεαρών μαθητών μας για να έχουν ένα καλύτερο Δημόσιο Σχολείο. Οι μαθητές μας με τη σειρά τους περιμένουν από τον Δάσκαλο να τους διδάξει, από τον Εκπαιδευτικό να τους εκπαιδεύσει, από το Μαθηματικό να τους μάθει Μαθηματικά, από το Φιλόλογο να τους μάθει τη Γλώσσα, από τον Καλλιτέχνη να τους μυήσει στην Τέχνη, εμπιστευόμενοι την ικανότητα και τη γνώση καθενός, όχι μόνο ως προς την επιστήμη του αλλά και ως προς τις μεθόδους που θα μετέλθει για να το πετύχει.

 Κάποιοι είπατε, ότι θέλετε να το αλλάξετε αυτό. Για να δούμε, όμως, μπορεί να αλλάξει;

Ας πούμε πρώτα μερικά στοιχεία για το μάθημα: Καλλιτεχνικά γράφουν οι καρτέλλες βαθμολογίας. Το μάθημα είναι ωριαίο ανα εβδομάδα, χαρακτηρίζεται ως δευτερεύον, δεν εξετάζεται στο τέλος της χρονιάς και ο μαθητής βγάζει μέσο όρο Καλλιτεχνικά+Μουσική. Ο βαθμός καταχωρίζεται στη θέση  Αισθητική Αγωγή και προσμετριέται στο γενικό Μέσο ΄Ορο της τελικής βαθμολόγησης του μαθητή. 
Ας πούμε λοιπόν, ότι μπαίνει ένας Δάσκαλος να διδάξει Εικαστικά στο Δημοτικό (όπως και συμβαίνει, μιας και η ειδικότητα του Εικαστικού δεν υπάρχει, εξαιρουμένων των Πιλοτικών Δημοτικών Αναβαθμισμένου Εκπαιδευτικού Προγράμματος) ή ότι ένας Καθηγητής κάποιας άλλης ειδικότητας στο Γυμνάσιο, (όχι για να συμπληρώσει ωράριο αλλά γιατί είναι φιλότεχνος και το θέλει), παίρνει την ώρα μου για να διδάξει εκείνος-η το μάθημά μου:
Καλλιτεχνικά, Εικαστικά, Αισθητική Αγωγή, Ζωγραφική: ονομάστε το όπως θέλετε.

Με ποιό έργο θα κάνατε αφόρμιση για το μάθημά σας, αγαπητέ Δάσκαλε του Δημοτικού;



Θα διδάσκατε αυτό το Θρήνο εσείς, αγαπητέ φιλότεχνε Θεολόγε;


Ή εσείς, αγαπητέ φιλότεχνε Γυμναστή της Δευτεροβάθμιας; 
Με ποιο έργο θα αρχίζατε το μάθημά σας?

Πώς θα καθοδηγούσατε ένα μάθημα σαν αυτό?

Πώς θα αποφασίζατε να διδάξετε ένα μάθημα σαν αυτό?

Ποιος είπε ότι θέματα που αφορούν στις επιλογές των έργων της τέχνης είναι λυμένα 
ακόμα και ανάμεσα στους εκπαιδευτικούς των ειδικοτήτων? 
Μουσικοί με κλασική κατεύθυνση αρνούνται την ατονική μουσική, 
όπως Εικαστικοί, καλλιτέχνες οι ίδιοι, αρνούνται την Εννοιακή τέχνη.  

Όχι όλοι οι Θεατρολόγοι θα αποφάσιζαν να διδάξουν ένα θεατρικό μάθημα σαν αυτό..

Σε ένα βαθμό είμαστε όλοι αμόρφωτοι.
Σε έναν άλλο βαθμό είμαστε όλοι μορφωμένοι.

Θυμηθείτε όμως, ότι
  η  Τέχνη ΔΕΝ ΕΞΑΝΤΛΕΙΤΑΙ στη δεξιοτεχνία. 

Τέχνη είναι αποκλειστικά και μόνον υπόθεση Ιδεών: 
είναι μόνον υπόθεση διανοητική και πνευματική.

Ας δούμε όμως λίγα ακόμα παραδείγματα.

Μπορείτε να υποστηρίξετε αυτό το έργο?
Μια χαραματιά στο μουσαμά είναι, τίποτε άλλο. 
Γιατί είναι σημαντικό;
Γιατί το αναφέρουν τα βιβλία της Ιστορίας της Τέχνης;


Αυτά τα μεταλλικά «μπαλόνια» τι είναι; 
Τι δουλειά έχουν  αντικείμενα σαν κι αυτά
μέσα σε μία γκαλερί ή σε ένα Μουσείο?

Τι θα πει κάνω δράσεις για την τέχνη? 
Ποια τέχνη?

Εγώ, ως Εικαστικός, αν αποφασίσω να προετοιμάσω το μαθητή μου
για την ακαδημαϊκή τέχνη τι θα του διδάξω;

Αυτό το έργο


ή αυτό,

ή αυτό
με όλη την εικονολογική τους πυκνότητα;

΄Η μήπως τέτοια θέματα είναι πολύ «βαρειά» για το μαθητή μου και θα προτιμήσω 
να διδάξω τα «ανώδυνα» Ιμπρεσιονιστικά έργα, 
που δεν ζητάνε καμμία ανάλυση πέρα απότην  τεχνική  τους; 
Άλλωστε, είναι και όμορφα και δροσερά, γιατί όχι;

Όμως Ιμπρεσσιονιστικά είναι και τα έργα του Βαν Γκογκ. 
Ά, όχι, βέβαια, αργότερα ονομάστηκαν μετα-ιμπρεσσσιονιστικά,
γιατί δεν χώραγαν πουθενά!

Κι από τα έργα του Βαν Γκογκ, αν φτάσω να διδάξω ένα τοπίο του, 
πού θα στρέψω την προσοχή του μαθητή μου; 
στην κλειστοφοβική φύση και στην περιδίνηση  των μορφών 
ή θα παρασυρθώ να περιγράφω την «τρέλλα» του ζωγράφου 
και την γοητευτική (επειδή δραματική) βιογραφία του αυτόχειρα;

Κι αν φτάσω στη μοντέρνα τέχνη των πρώτων δεκαετιών του 20ού αιώνα, 
στοιχηματίζω ότι δεν θα πάω πιο κει από την Γκουέρνικα, 
γιατί σε ένα πορτραίτο σαν ετούτο
θα καταφέρω άραγε να μεταφέρω στο μαθητή την αίσθηση του τραντάγματος, 
του διακεκομμένου λυγμού που εδώ  οπτικοποιείται;
Ξέρω ότι αυτό το έργο δεν είναι αφηρημένο αλλά είναι αναπαραστατικό;

Και με τις Εγκαταστάσεις σαν αυτή

τα  περιτυλιγμένα κτήρια

ή τις περφόρμανς του Μπόυς, πώς θα τα βγάλω πέρα; 
Τι είναι η απομάκρυνση των πέπλων της συνείδησης κατά Heidegger
στον οποίο παραπέμπει ο καλλιτέχνης; 
Τι έχω διαβάσει για το έργο για να το κατανοήσω; 
Διαβάσει; 
Δηλαδή τα Εννοιακά έργα της δεκαετίας του 70
θέλουν διάβασμα για να τα κατανοήσω;

 Ή μήπως θεωρώ τους καλλιτέχνες των τελευταίων ετών
ως «τρελλάρες» και τους αφήνω στην άκρη
 και ξαναγυρίζω στα ιμπρεσσιονιστικά μου τοπία, 
ώστε να κάνω φρόνιμα το μάθημά μου,
και να διδάξω με καμάρι
 «πουαντιλλισμό»;

Γιατί, για να στηρίξω κάτι, πρέπει να το πιστεύω. 
Για να το πω, πόσο μάλλον για να το διδάξω,
πρέπει να το ξέρω. 
Κι από αυτό που ξέρω, πρέπει να διαλέξω
τι θα   αφήσω και τι θα κρατήσω.

Ας καταλήξω όμως, κάπου: 
Οι δράσεις μου, η συμμετοχή μου σε ένα μοντάζ,
 η συμμετοχή μου ως «σκηνοθέτης» 
σε ένα μαθητικό δραματοποιημένο ντοκυμανταίρ, 
η συμμετοχή μου σε μία διαθεματική δράση
Εικαστικών και Μουσικής, 
δεν με έκανε αυτομάτως ικανή
να διδάξω Μουσική,
ούτε Θέατρο,
ούτε κινηματογραφική γλώσσα, 
πόσο μάλλον Χορό ή χορόδραμα.

Ως καλλιτέχνης, μπορώ διαισθητικά
 και αισθητικά να χρησιμοποιήσω
τη γλώσσα της άλλης τέχνης
 και να τη συμπεριλάβω στο μάθημα,
 εργασία,
project
που θα αποφασίσω να διδάξω.

Αλλά σκεφτείτε:
με πόσα σεμινάρια μπορώ να διδάξω
Γλώσσα ή Αριθμητική 
ή Θρησκευτικά στο Δημοτικό
 και με πόσες επιμορφώσεις
 μπορώ να διδάξω
Φυσική, Αρχαία Ελληνικά, 
Λογοτεχνία στο Γυμνάσιο;

Γιατί όχι?
Έχω διδαχθεί Ιστορία της Τέχνης,
έχω γράψει Μεταπτυχιακές Εργασίες, 
βιβλία στην εκπαίδευση…
σάμπως δεν ξέρω τη γλώσσα,
δεν ξέρω την αυτόματη γραφή,
 το χαικού, την αφηγηματολογία, την ανάλυση κειμένου,
 τα πολυτροπικά κείμενα 
ώστε να διδάξω Γλώσσα? 
Σάμπως δεν ξέρω προοπτική και στερεομετρία
ώστε να διδάξω Μαθηματικά? 
Σάμπως δεν έχω συμμετάσχει
στα συμπόσια της Ένωσης  Φυσικών 
για να μιλήσω για την αλχημεία και την αρχαία σκουριά 
και την παρασκευή των χρωμάτων
από τους ζωγράφους της Αναγέννησης? 
Σάμπως δεν ….

Μα σοβαρά, θα μπορούσα να τα υποστηρίξω στ’ αλήθεια όλα αυτά?

Το ότι διαβάζω Λογοτεχνία με κάνει,
με λίγα ακόμα σεμινάρια,
Φιλόλογο?

Το ότι διαβάζω με πάθος Yalom και Φρόϋντ και Λακάν,
με κάνει Ψυχολόγο? 
Θα καθόσασταν στο ντιβάνι μου,
να μου εκμυστηρευτείτε τα της ψυχής σας?

Το ότι διορίστηκα στο σχολείο ως Εκπαιδευτικός 
σημαίνει ότι εκπαιδεύω πραγματικά τους μαθητές μου? 
Το ότι διδάσκω στο σχολείο
με κάνει αυτόματα Παιδαγωγό?

Όλοι τα μπορούμε όλα?

Αν ναι,
τότε ας υπάρξει για όλα τα μαθήματα η Β΄ ανάθεση:
 όποια ειδικότητα θέλει, σε δεύτερη ανάθεση,
μπορεί να διδάξει όλα τα μαθήματα.

Είναι σαν να λέμε ότι το «θέλειν» προδιαγράφει ως συνθήκη, 
μέσα από την πρόθεση και την καλή διεκπεραίωση!

Και γιατί να το αρνηθώ;
Μάλιστα! όπου υπάρχει ένα θέλω,
υπάρχει και ένα μπορώ!

 Μετά όμως από αυτή τη διαπίστωση,
ακολουθεί και η ερώτηση: 
τι είμαι διατεθειμένος να θυσιάσω για να καταφέρω αυτό που θέλω;

Και εδώ η απάντηση είναι:
χρειάζεται να θυσιάσω
  χρόνο, 
για να αποκτήσω ένα ακόμα πτυχίο!
-------------------------------------------------------------------------------------------------------------

τα έργα, με τη σειρά, ανήκουν στους καλλιτέχνες  :

Pier Paolo Calzolari (γ.1943)
Jean Dubuffet (1901-1985)
Barbara Kruger (γ.1945)
Peter Paul Rubens (1573-1640)

Giannis Kounellis (γ.1936)
Lynda Benglis (γ.1941)
Samuel Beckett (1906-1989), Not I
Lucio Fontana (1899-1968)
Anish Kapoor (γ.1954)
Botticelli (1445-1510)
Piero della Francesca (1415-1492)
Peter Paul Rubens (1573-1640)

 Claude Monet (1840-1926)
Vincent Van Gogh (1853-1890)
Pablo Picasso (1881-1973)
Giannis Kounellis (γ.1936)
Christo (γ.1935)
Joseph Beuys (1921-1986)


Πέμπτη 14 Δεκεμβρίου 2017